"Να δημιουργηθεί άμεσα Δήμος Λίμνης Σμοκόβου" άρθρο του Τάκη Κουσαή
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Άρθρα
- Εκτύπωση
Κοινή και αναμφισβήτητη είναι η διαπίστωση ότι το κεντρικό κράτος απέτυχε στο ζήτημα της περιφερειακής ανάπτυξης. Έτσι η αποκέντρωση και η αυτοδιοίκηση κέρδισαν και κερδίζουν κάθε μέρα έδαφος.
Γι’ αυτό και στο εκκολαπτόμενο νέο Σύνταγμα οι παραπάνω ιδέες φαίνεται να αποτελούν συνάμα και κεντρικούς στόχους, αποδεκτούς από όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα.
Στο Σύνταγμα που ισχύει σήμερα και στο άρθρο 102 αναφέρεται ότι: «Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού». Με τα προγράμματα δε του «Καποδίστρια» και του «Καλλικράτη» οι καινοτόμες ιδέες για δυναμικούς και ομοιογενείς Δήμους αποτέλεσαν ένα ισχυρό πλήγμα κατά της κεντρικής διοίκησης και απέδωσαν καρπούς, παρά την κακή πολλές φορές εφαρμογή τους, που εύλογα δημιούργησαν αμφισβητήσεις, διενέξεις και αλλοπρόσαλλες καταστάσεις.
Με τον «Καποδίστρια» ο πρώην νομός Καρδίτσας είχε δύο δεκάδες Δήμους για τα εκατόν τριάντα οκτώ χωριά, πόλεις και οικισμούς του. Με τον «Καλλικράτη» ο αριθμός των Δήμων μειώθηκε σε έξι. Από αυτούς οι τρεις Δήμοι είναι ορεινοί και οι άλλοι τρεις πεδινοί κατά το πλείστον με ορεινές προεκτάσεις (Καρδίτσας, Σοφάδων, Παλαμά).
Οι μεν ορεινοί Δήμοι (Αργιθέας, Μουζακίου, Λίμνης Πλαστήρα) έχουν μία σαφή γεωμορφολογική κυρίως ομοιογένεια (εκτός του Δήμου Μουζακίου που εκτείνεται και σε μικρό τμήμα χωριών του κάμπου), αλλά και οι πεδινοί Δήμοι παρουσιάζουν τα ίδια κυρίως μορφολογικά στοιχεία, εκτός του Δήμου Σοφάδων, με έδρα την ομώνυμη πόλη, και τοπικές κοινότητες τα γύρω καμποχώρια, που παραδόξως εκτείνεται και καταλαμβάνει όλα τα ημιορεινά και ορεινά χωριά του νοτιοανατολικού όγκου των Θεσσαλικών Αγράφων, με απώτατο άκρο τη Ρεντίνα με υψόμετρο χιλίων περίπου μέτρων, που βρίσκεται στο όριο Καρδίτσας, Φθιώτιδας και Ευρυτανίας.
Και ο «Καποδιστριακός» και ο «Καλλικρατικός» Δήμος Σοφάδων διατηρεί την παραδοσιακή του δραστηριότητα του πρωτογενούς τομέα, με τον οποίο απασχολείται το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Οι μεγάλες καλλιεργήσιμες πεδινές εκτάσεις γης προφέρονται για την καλλιέργεια του βαμβακιού, των σιτηρών, της μηδικής, του αραβόσιτου και λιγότερο της βιομηχανικής ντομάτας και της πιπεριάς.
Τα είδη αυτά καλλιέργειας λείπουν παντελώς από τις ορεινές κυρίως περιοχές των Αγράφων, που με τους εναπομείναντες λιγοστούς πλέον κατοίκους κινδυνεύουν να ερημώσουν. Και είναι αυτοί οι κάτοικοι του ορεινού κυρίως όγκου των Αγράφων που αγωνίζονται με νέες μορφές δράσεων, μόνοι τους και χωρίς την οποιαδήποτε κρατική βοήθεια, να επιβιώσουν και να κρατήσουν ζωντανό αυτόν τον πολύπαθο τόπο.
Σε γενικές γραμμές οι ορεινές περιοχές της Ελλάδας και ιδία ο ορεινός όγκος των Αγράφων είχαν και έχουν μεγάλα και δυσεπίλυτα προβλήματα, που δεν έχουν οι πεδινές περιοχές του πρώην νομού μας. Και φυσικά το πρώτο και κυρίαρχο πρόβλημα είναι το δημογραφικό. Η έλλειψη θέσεων και ευκαιριών εργασίας, η ύφεση των παραγωγικών δραστηριοτήτων, η περιορισμένη αποτελεσματικότητα των αναπτυξιακών προσπαθειών και η αδιαφορία του κράτους, είχαν ως συνέπεια την εγκατάλειψη των ορεινών χωριών από τις αναπαραγωγικές ηλικίες.
Στα πλαίσια, συνεπώς, του συνταγματικά πλέον κατοχυρωμένου αποκεντρωτικού συστήματος, η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί το μοναδικό αποτελεσματικό μέσο για τη συγκράτηση και ενίσχυση του πληθυσμού των ορεινών περιοχών και την εν γένει αναπτυξιακή τους πορεία.
Στον πρώην νομό μας, η εφαρμογή του αποκεντρωτικού συστήματος και η γεωγραφική κατανομή των νέων Δήμων υπήρξε σχετικά ικανοποιητική. Έτσι, π.χ. ο ορεινός Δήμος Αργιθέας κατόρθωσε να συγκρατήσει έναν σημαντικό αριθμό μονίμων κατοίκων στα δυσπρόσιτα χωριά του, με αποτέλεσμα να διατηρηθούν τα σχολεία του, να κατασκευαστούν νέοι δρόμοι και γενικά να ζωντανέψει η περιοχή του. Περισσότερο όμως χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο ορεινός Δήμος Λίμνης Πλαστήρα. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα αναπτύχθηκαν πολλές μορφές ήπιου τουρισμού και άλλων δραστηριοτήτων με συνέπεια την αύξηση του πληθυσμού, τη δημιουργία μεγάλου αριθμού θέσεων εργασίας και γενικά την αλματώδη ανάπτυξη της περιοχής. Κεντρικός αναπτυξιακός μοχλός βέβαια υπήρξε η λίμνη Πλαστήρα. Έτσι και οι τρεις αυτοί ορεινοί Δήμοι έθεσαν σε τροχιά ανάπτυξης τον δυτικό όγκο των Θεσσαλικών Αγράφων.
Δεν συνέβη όμως αυτό και με τον νοτιοανατολικό όγκο των Αγράφων, όπου ένας σημαντικός αριθμός ημιορεινών και ορεινών κυρίως χωριών του Δήμου Σοφάδων παρουσίασε ύφεση, αντί για ανάπτυξη. Και αυτό βέβαια δεν οφείλεται στην αδιαφορία του Δήμου και των δημοτικών αρχόντων των Σοφάδων. Αντίθετα μάλιστα. Τόσο οι δύο Δήμαρχοι του «Καλλικρατικού» διευρυμένου Δήμου Σοφάδων, όσο και οι διάφορες υπηρεσίες του, προσπάθησαν να βοηθήσουν τις ορεινές δημοτικές και τοπικές κοινότητες. Η έλλειψη όμως κατάλληλων και οργανωμένων υπηρεσιών και η πολυπλοκότητα των προβλημάτων αυτών των περιοχών, αλλά και η ανομοιογένεια πληθυσμού, καλλιεργειών, μορφών απασχόλησης, ενδιαφερόντων και πολλών άλλων παραγόντων, υπήρξε η αιτία της ύφεσης που παρουσίασαν αυτές οι περιοχές.
Ο ημιορεινός και ο ορεινός όγκος των Αγράφων είναι ένας ποικιλόμορφος τόπος με χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες που συνδυάζει ιστορία, λαογραφία, παράδοση, φύση, ορεινά άθικτα τοπία με τελείως διαφορετική γεωκοινωνική μορφολογία από αυτή των πεδινών περιοχών, όπου ο κύριος γεωγραφικός όγκος του Δήμου Σοφάδων. Η πόλη των Σοφάδων, όπου η έδρα του Δήμου με τις βασικές του υπηρεσίες, δεν είχε ποτέ επαφή και σχέση πριν από τον «Καλλικράτη» π.χ. με τα χωριά των Αγράφων που βρίσκονται γύρω στη λίμνη Σμοκόβου. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα χωριά αυτά δεν είχαν και δεν έχουν μέχρι και τώρα εμπορικές, κοινωνικές ή κάθε άλλου είδους και μορφής σχέσεις με τις Σοφάδες. Ούτε συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση έχουν μέχρι και σήμερα. Έτσι για να μεταβεί π.χ. ένας Ρεντινιώτης στην έδρα του Δήμου Σοφάδων για να ζητήσει την έκδοση μιας άδειας μικρής κλίμακας επισκευής της στέγης του σπιτιού του, αν δεν έχει δικό του μεταφορικό μέσο, πρέπει να κατέβει με το λεωφορείο στην Καρδίτσα και από εκεί με άλλο λεωφορείο ή τρένο να πάει στις Σοφάδες και να γυρίσει κατά τον ίδιο τρόπο. Και αυτό, λόγω των γραφειοκρατικών διαδικασιών, να το επαναλάβει τρεις και τέσσερις φορές για να τελειώσει τη δουλειά του!
Η νέα αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης και της αποκεντρωμένης διοίκησης που εισήγαγε το πρόγραμμα «Καλλικράτης» με το νόμο 3852/2010, προβλέπει μεν τη δημιουργία μεγάλων και ισχυρών Δήμων, προνοεί όμως και για την ομοιογένεια των τοπικών γεωγραφικών διαμερισμάτων τους και κυρίως για την ισόρροπη ανάπτυξη αυτών. Τέτοια, όμως, ανάπτυξη δεν επιτεύχθηκε στις περιοχές όπου τα ημιορεινά ορεινά χωριά του Δήμου Σοφάδων. Ο αμιγώς ορεινός Δήμος της λίμνης Πλαστήρα κατόρθωσε να αναπτύξει εντυπωσιακά ολόκληρη την παραλίμνια περιοχή του με νέες, κυρίως τουριστικές δραστηριότητες, που δεν έχουν κατά το πλείστον οι πεδινοί Δήμοι της περιφέρειας της Καρδίτσας.
Γίνεται φανερό από όλα αυτά ότι η ημιορεινή και κυρίως η ορεινή περιοχή των Αγράφων με όλα τα γύρω χωριά από τη λίμνη Σμοκόβου και με τους πρώην Δήμους Ρεντίνας, Μενελαϊδας και Ταμασίου πρέπει να αποτελέσουν ένα νέο Δήμο. Το Δήμο Λίμνης Σμοκόβου ή το Δήμο Αγράφων. Με την εξαγγελθείσα και επικείμενη τροποποίηση, αναθεώρηση και διόρθωση του αρχικού σχεδίου για τους «Καλλικρατικούς» Δήμους, είναι η κατάλληλη και ίσως η μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί αυτό το θέμα, έτσι ώστε ο ορεινός όγκος των νοτιοανατολικών Θεσσαλικών Αγράφων του πρώην νομού μας να αποτελέσει έναν αυτόνομο Δήμο κατά το πρότυπο του Δήμου Αργιθέας και κυρίως του Δήμου της Λίμνης Πλαστήρα. Ο Δήμος αυτός που θα καλύπτει όλα τα παραλίμνια χωριά, από το Λεοντάρι – Ανάβρα – Αχλαδιά – Κέδρο μέχρι το Βαθύλακκο, Λουτροπηγή – Αηδονοχώρι και Ρεντίνα, θα αποτελέσει το μοχλό ανάπτυξης της απομακρυσμένης και παραμελημένης αυτής περιοχής. Θα αξιοποιηθεί η δεύτερη σε μέγεθος και ομορφιά τεχνητή – ορεινή λίμνη της περιφερειακής ενότητας της Καρδίτσας που μέχρι τώρα παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό, και θα συστηματοποιηθεί η τουριστική ανάπτυξη ολόκληρης αυτής της περιοχής που είναι πλούσια σε φυσικούς, ιστορικούς, λαογραφικούς και εν γένει πολιτιστικούς πόρους.
Γιατί το μέλλον αυτής της περιοχής είναι κυρίως ο τουρισμός, ο ορεινός τουρισμός, με τις ειδικότερες μορφές του θρησκευτικού, ιαματικού, οδοιπορικού, ακόμη και του γαστρονομικού τουρισμού και άλλων μορφών αγροτοτουρισμού. Υπάρχουν στην περιοχή αυτή παρθένες δασικές εκτάσεις, υδάτινοι πόροι και πολλά πολιτισμικά στοιχεία που δεν έχουν αξιοποιηθεί έστω και στοιχειωδώς μέχρι τώρα. Το υδάτινο στοιχείο, τα είδη χλωρίδας και πανίδας, τα λαογραφικά στοιχεία, τα ιστορικά μνημεία, η πλούσια και άγνωστη τοπική κουζίνα και πολλά άλλα, αποτελούν το κατάλληλο υπόβαθρο για την ανάπτυξη εναλλακτικών, ήπιων μορφών τουρισμού. Ενδεικτικά, εκτός της λίμνης Σμοκόβου, που αποτελεί μία σημαντική ιδιαιτερότητα για την περιοχή αυτή, οι ιαματικές θερμομεταλλικές πηγές των λουτρών Σμοκόβου και Σουλαντά, τα θρησκευτικά και αρχαιολογικά μνημεία και τόσα άλλα άγνωστα μέρη του ημιορεινού και ορεινού όγκου, μπορούν να αποτελέσουν πόλους έλξης ενός σημαντικού αριθμού επισκεπτών, αρκεί να υπάρχει μία κεντρική τοπική δομή, ένας καθαρά ορεινός Δήμος που θα ασχοληθεί από κοντά με την προστασία και την ανάδειξη της αυθεντικότητας των τοπικών κοινωνιών, που αποτελεί σημαντικό παράγοντα ανάπτυξής τους. Έτσι θα σταματήσει και η λεηλάτηση των όσων υπηρεσιών παρέμειναν στα χωριά αυτού του ορεινού όγκου. Γιατί η κρατική αναλγησία δεν άφησε τίποτα όρθιο. Χτυπητό δε παράδειγμα είναι τα τρία χωριά που υπήρξαν έδρες Δήμων επί «Καποδίστρια» που υποβαθμίστηκαν σε τέτοιο σημείο ώστε να μη διαθέτουν τώρα έστω και έναν μόνιμο υπάλληλο.
Η περιφερειακή ενότητα Καρδίτσας, οι βουλευτές και πολιτευτές μας και κάθε άλλος πολιτειακός και μη παράγοντας, ας κινηθεί έγκαιρα ή μάλλον άμεσα για τη δημιουργία αυτού του αυτόνομου δήμου που θα αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη των ημιορεινών και ορεινών Θεσσαλικών Αγράφων. Είναι σε πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι μια σημαντική σε αριθμό ομάδα κατοίκων που έλκουν την καταγωγή από την περιοχή αυτή κινείται δραστήρια εδώ και αρκετό καιρό προς όλες τις κατευθύνσεις για το σκοπό αυτό.
Τάκης Κουσαής
Δικηγόρος - Οικονομολόγος