Β. Ντελής: «Η Μεραρχία Πινερόλο και το μαρτύριο των Ιταλών στη Νεράιδα» (Επίδειξη ανθρωπιάς στη μέση του πολέμου) Κύριο
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Άρθρα
- Εκτύπωση
Ο πόλεμος θεωρείται μία από τις πιο ακραίες καταστάσεις που μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος, καθώς δοκιμάζονται οι αντοχές του, λειτουργεί με την επιβολή και την δύναμη του νικητή ή την ανέχεια και υποταγή του ηττημένου και σαρώνει ζωές και συνειδήσεις.
«Πόλεμος πάντων μέν πατήρ ἐστί, πάντων δέ βασιλεύς» έλεγε ο Ηράκλειτος. Όμως μπορεί σε μια τέτοια ακραία κατάσταση να αναδειχθεί φωτεινό και το ανθρώπινο στοιχείο. Ιστορίες πραγματικής προσφοράς και ανιδιοτέλειας έρχονται να ισορροπήσουν την καταστροφή και να δώσουν την ελπίδα για το αύριο.
Μια τέτοια ανθρώπινη ιστορία εκτυλίχτηκε στην περιοχή μας την περίοδο από τον Σεπτέμβριο του 1943 και μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όταν έγινε γνωστή η συνθηκολόγηση των Ιταλών με τους Συμμάχους, οι Ιταλοί είχαν στην χώρα μας μια αξιόλογη στρατιωτική δύναμη με 245.000 στρατιώτες και με πανίσχυρο οπλισμό. Ο τερματισμός του πολέμου για τους Ιταλούς τούς οδήγησε σε μια κατάσταση σύγχυσης. Υπήρχαν αντιφατικές διαταγές από το Γενικό τους Επιτελείο. Στο διάταγμά του ο Στρατάρχης Πιέτρο Μπαντόλιο, ο οποίος διαδέχτηκε τον Μουσολίνι μετά την ανακωχή των Ιταλών, διέταζε τα ιταλικά στρατεύματα να αμυνθούν «εναντίον επιθέσεων από κάθε άλλη πλευρά». Ποια άλλη πλευρά θα μπορούσε να τους επιτεθεί από την στιγμή που υπέγραψαν την συνθήκη ειρήνης με τους Συμμάχους; Μόνο οι Γερμανοί, για τους οποίους οι Ιταλοί δεν ήταν απλά ένας στρατός που συνθηκολόγησε, αλλά προδότες και απαιτούσαν την παράδοση του οπλισμού τους και την αποστολή τους στο Ρωσικό μέτωπο ή την φυλάκισή τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Χαρακτηριστικές είναι οι σφοδρές μάχες Ιταλών και Γερμανών στον ελλαδικό χώρο την περίοδο αυτή, καθώς οι Ιταλοί έλεγχαν περιοχές όπως η Ρόδος, η Σάμος, η Λέρος, η Κεφαλονιά και η Κέρκυρα. Σε όλες τις περιπτώσεις οι Ιταλοί αμύνθηκαν σθεναρά και στο τέλος ηττήθηκαν. Πιο χαρακτηριστική η περίπτωση της Κεφαλονιάς, όπου έγινε και η μεγαλύτερη σφαγή των Ιταλών, με 10.000 περίπου νεκρούς στρατιώτες της Μεραρχίας Άκουι.
Από όλες τις δυνάμεις των Ιταλών στην Ελλάδα, μόνο μία Μεραρχία δεν παραδόθηκε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στους Γερμανούς. Ήταν η Μεραρχία Πινερόλο, που αποτελούνταν από 16.500 στρατιώτες και είχε ως έδρα της την Θεσσαλία και την Δυτική Μακεδονία.
Μοναδική περιοχή όπου δεν υπήρχαν στρατεύματά της ήταν η περιοχή του νομού Καρδίτσας, καθώς η πόλη είχε καταληφθεί από τις 12 Μαρτίου του 1943 από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. Ο ραδιοφωνικός σταθμός του BBC μεταδίδοντας την είδηση ανέφερε ότι ήταν «η πρώτη πόλις της Ευρώπης που απελευθερώνεται από αντιστασιακές δυνάμεις».
Λίγο πριν την συνθηκολόγηση των Ιταλών ο Μέραρχος Τσεζάρε Μπενέλι, που χαρακτηριζόταν ως «δήμιος», αντικαταστάθηκε από τον Αδόλφο Ινφάντε, ο οποίος ήταν προσκείμενος στον βασιλιά της Ιταλίας και στον Στρατηγό Μπαντόλιο. Έτσι η Μεραρχία Πινερόλο απέκτησε πιο διαλλακτικό Διοικητή, ο οποίος όμως λίγες μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του δεν δίστασε να διατάξει την καταστροφή του Αλμυρού και την θανάτωση αμάχων πολιτών. Στις 15 Αυγούστου 1943 εκτελέστηκαν 35 άτομα ως αντίποινα.
Από την στιγμή της συνθηκολόγησης των Ιταλών παίχτηκε στην περιοχή μας ένα παιχνίδι διανομής του Ιταλικού οπλισμού και προσάρτησης των δυνάμεών του. Οι Γερμανοί προσπάθησαν με κάθε τρόπο να πάρουν τον οπλισμό των Ιταλών και τους ίδιους να τους χρησιμοποιήσουν ως στρατιώτες στο μέτωπο της Ρωσίας. Δεν ήθελαν σαφώς με κανέναν τρόπο ο οπλισμός των Ιταλών να περιέλθει στα χέρια των ανταρτών, οι οποίοι ήδη είχαν μεγάλη δύναμη και έκαναν πόλεμο φθοράς στον κατακτητή. Σαφώς όμως οι Ιταλοί δεν είχαν καμιά διάθεση να συνεχίσουν να πολεμούν και πόσο μάλιστα σ’ ένα μέτωπο τέτοιο όπως της Ρωσίας. Από την άλλη οι αντάρτες προσπάθησαν να πείσουν τους Ιταλούς να παραδώσουν τον οπλισμό τους στις δικές τους δυνάμεις ή να πολεμήσουν όσοι ήθελαν στο πλευρό τους εναντίον των Γερμανών, καθώς ο πόλεμος συνεχιζόταν στην περιοχή και μόνο με το όπλο στο χέρι θα μπορούσαν να προστατέψουν την ζωή τους. Επιχείρηση επαναπατρισμού των Ιταλών δεν φαινόταν να οργανώνεται σε μία χώρα όπου οι Γερμανοί κυριαρχούσαν πια. Πολλοί Ιταλοί αποφάσισαν να συμφωνήσουν με τους αντάρτες και αρκετοί πολέμησαν μαζί τους. Οι υπόλοιποι παρέδωσαν τον οπλισμό τους.
Υπήρχε όμως και ο Βρετανικός παράγοντας στην Ελλάδα που έπαιζε τον δικό του διφορούμενο ρόλο. Οι Βρετανοί δεν ήθελαν να περιέλθει ο οπλισμός των ανταρτών στο Ε.Α.Μ. αλλά στον Ε.Δ.Ε.Σ. που δραστηριοποιούνταν στην Ήπειρο και ήταν μακριά από τον χώρο της Πινερόλο. Για τους Βρετανούς ήταν βασικό να μην ενισχυθεί ένα ανταρτικό σώμα προσκείμενο στην Σοβιετική Ένωση. Έκαναν λοιπόν τα πάντα να διασπείρουν διχόνοια στις ιταλικές δυνάμεις και να χαθεί πολύτιμος χρόνος. Η Βρετανική Αποστολή είχε κατηγορηματικές διαταγές από τον Στρατηγό Ουίλσον να κάνει κτήμα της κάθε ιταλικό όπλο που θα μπορούσε. Να επιφυλάξει στον εαυτό της την ευθύνη για την κατανομή των ιταλικών όπλων και σε καμία περίπτωση να μην αφήσει να πέσει ολόκληρη η λεία στα χέρια του Ε.Λ.Α.Σ.
Η Μεραρχία Πινερόλο υπήρξε ο μοναδικός μεγάλος στρατιωτικός ιταλικός σχηματισμός που είτε προσχώρησε (ως μονάδες ή και μεμονωμένα άτομα) είτε συμφώνησε να συνεργαστεί συντεταγμένα με την Ελληνική Εθνική Αντίσταση.
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1943 υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο Συνεργασίας στην Πύλη Τρικάλων από τους στρατηγούς Ινφάντε της Πινερόλο, και Σαράφη του Ε.Λ.Α.Σ., τον Άρη και τον Σαμαρινιώτη του Ε.Λ.Α.Σ., τον συνταγματάρχη Ραφτόπουλο του Ε.Δ.Ε.Σ. και τον αρχηγό τότε της Βρετανικής Αποστολής αντισυνταγματάρχη Κρις Γούντχαουζ.
Όσοι από τους Ιταλούς ήθελαν να πολεμήσουν, θα μπορούσαν να κρατήσουν τον οπλισμό τους και θα χρησιμοποιούνταν στον ανταρτοπόλεμο σε μικρά τμήματα ανάμεσα στα αντίστοιχα αντάρτικα. Αργότερα ολόκληρη η ιταλική δύναμη θα μπορούσε να πάρει υπεύθυνα έναν τομέα. Την διατροφή θα αναλάμβαναν οι Άγγλοι, αν και στην αρχή η ανάληψη της διατροφής τους έγινε από τον Ε.Λ.Α.Σ. υπό μορφήν δανείου, καθώς οι Άγγλοι δεν είχαν χρήματα στην διάθεσή τους και οι Ιταλοί δεν είχαν πολλά αποθέματα πια.
Όσοι από τους Ιταλούς δεν ήθελαν να πολεμήσουν θα αφοπλίζονταν και θα κλείνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το υλικό εκείνων που θα αφοπλίζονταν θα το παραλάμβαναν τα κατά τόπους αντάρτικα τμήματα, θα καταγράφονταν και θα μοιράζονταν μεταξύ των οργανώσεων, ανάλογα με την δύναμή τους, όπως και το υλικό των συμμάχων που έριχναν τα αεροπλάνα.
Αν και η ηγεσία της Πινερόλο ήθελε να ταχθεί με τον Ε.Δ.Ε.Σ., κάτι που ήταν και η επιθυμία της Βρετανικής Αποστολής, υπό την πίεση του χρόνου και της επικείμενης γερμανικής επίθεσης βρήκαν την σολομώντεια λύση της προαναφερθείσης συνθήκης.
Αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων ήταν να μεταφερθούν περίπου 3.500 Ιταλοί στρατιώτες χωρίς οπλισμό, βαρύ ιματισμό και τα απαραίτητα για την επιβίωσή τους στην περιοχή της Νεράιδας. Ο απώτερος στόχος αυτής της μεταφοράς ήταν ο επαναπατρισμός τους, μόλις δινόταν ευκαιρία, και δεν ήταν έγκλειστοι, αλλά περιφέρονταν ελεύθερα και διέμεναν στα άδεια σπίτια της Νεράιδας τον χειμώνα. Πολλοί Ιταλοί υπέφεραν από ελονοσία και λόγω της κακής διατροφής τους και από δυσεντερία.
Ωστόσο, ο αιφνιδιαστικός αφοπλισμός των ιταλικών στρατευμάτων από τους αντάρτες στις 14 Οκτωβρίου θεωρήθηκε από την Βρετανική Αποστολή ανοιχτή παραβίαση της συμφωνίας. Η πραγματική αιτία ήταν το ότι περιήλθε ο βαρύς οπλισμός των Ιταλών στις δυνάμεις των ανταρτών. Έτσι η Βρετανική Αποστολή διέκοψε, ως αντίποινα προς τους αντάρτες, την χρηματοδότηση για την σίτιση των Ιταλών, κάτι που ήταν ιδιαίτερα αισθητό στους αφοπλισμένους πια και άμαχους Ιταλούς.
Στις 7 Νοεμβρίου δύο γερμανικές φάλαγγες με 2.100 στρατιώτες πλησιάζουν το Καρπενήσι. Για να προστατευτούν από τους Γερμανούς περίπου 2.500 από τους Ιταλούς που παρέμεναν στο Καρπενήσι οδηγούνται στην Νεράιδα. Μετά από μία βδομάδα αφίξεων ο αριθμός τους φτάνει περίπου τους 6.000, αριθμός υπεραρκετός για να θέσει σε μεγάλη κρίση την ήδη οριακή κατάσταση που υπήρχε στον οικισμό.
Στις 27 Νοεμβρίου δύο μονάδες Γερμανών Αλπινιστών επιτίθενται από το Καρπενήσι και σκοτώνουν ακόμη και τους τραυματίες και τους αρρώστους που βρίσκουν στο πρόχειρο νοσοκομείο της Νεράιδας, ενώ οι υπόλοιποι που κατέφυγαν στο δάσος πεθαίνουν από το κρύο και την πείνα. Περισσότερο από 20 μέρες παρέμειναν οι Ιταλοί στο δάσος.
Η Νεράιδα είχε καταστραφεί ολοσχερώς από τους Γερμανούς, μέχρι και οι πηγές νερού. Οι Ιταλοί χωρίς τρόφιμα σκάβουν μικρές στοές κάτω από τα ερειπωμένα σπίτια και ζουν συνωστισμένοι. Τρέφονται με βελανίδια ή χορτάρια. Χωρίς καθόλου υγειονομική περίθαλψη πεθαίνουν κάθε μέρα κατά δεκάδες.
Όσοι κατάφεραν να επιβιώσουν σ’ αυτές τις άθλιες συνθήκες διανεμήθηκαν από τους αντάρτες στα ορεινά ως επί το πλείστον χωριά των Αγράφων ως τελευταία ελπίδα σωτηρίας, καθώς δεν υπήρχε δυνατότητα επιστροφής στην Νεράιδα που κάηκε από τους Γερμανούς αλλά και λόγω έλλειψης χρημάτων. Με συμφωνία των ανταρτών και της Βρετανικής Αποστολής ορίστηκε ως αντίτιμο μισή χρυσή λίρα για κάθε στρατιώτη και μία χρυσή λίρα για κάθε αξιωματικό Ιταλό, ενώ απαγορεύτηκε οι αξιωματικοί να χρησιμοποιούνται ως εργάτες. Στα ορεινά χωριά της Καρδίτσας και των Τρικάλων εκτυλίχθηκαν μεγάλες στιγμές ανθρωπιάς. Οι Έλληνες χωρικοί περιέθαλψαν τους μέχρι πριν λίγο κατακτητές τους. Οι Ιταλοί, που εκείνη την εποχή είχαν πολύ υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης από τους Έλληνες και είχαν πολλές τεχνικές γνώσεις, ενσωματώθηκαν και βοήθησαν μια κοινωνία πληγωμένη από τον πόλεμο και την Κατοχή να ορθοποδήσει. Αν σε κάποιο χωριό διαβίωναν πάνω από 50 Ιταλοί οριζόταν και ένας υπεύθυνος αξιωματικός. Σε κάθε χωριό σχεδόν και μέχρι πρότινος όλοι είχαν να διηγηθούν και από μια ιστορία για τον Ιταλό ή τους Ιταλούς που είχαν στο σπίτι τους εκείνη την περίοδο, ενώ οι φιλίες κράτησαν και μετά τον πόλεμο και αρκετοί από εκείνους τους Ιταλούς επισκεπτόταν την περιοχή μας και αργότερα στην ζωή τους.
Οι νεκροί Ιταλοί που ενταφιάστηκαν στην Νεράιδα ήταν περίπου 1.000, σίγουρα όμως ήταν πολύ περισσότεροι οι νεκροί στην πραγματικότητα. Έγινε εκταφή των οστών τους μερικά χρόνια αργότερα από τις οικογένειές τους. Στην είσοδο του οικισμού της Νεράιδας χτίστηκε μνημείο προς τιμήν αυτών των νεκρών το 2009 από την Ένωση Αγραφιώτικων Χωριών και χρηματοδοτήθηκε από τον Δήμο Ιτάμου επί Δημαρχίας Βασίλη Τσαντήλα και του Δήμου Νεβρόπολης Αγράφων επί Δημαρχίας Φώτη Παπαντώνη.
Βαγγέλης Ντελής
Φιλόλογος – Συγγραφέας
(Πηγή: Χαράλαμπος Κ. Αλεξάνδρου «ΜΕΡΑΡΧΙΑ ΠΙΝΕΡΟΛΟ χρονικό της αντίστασης και του μαρτυρίου της. (Σεπτέμβριος 1943 – Δεκέμβριος 1944), εκδόσεις GRUPPO D’ ARTE) Αθήνα 2008)