Χρ. Κατσαβριά - Σιωροπούλου: "Δυο χρόνια ΣΥΡΙΖΑ: Βγαίνουμε από την κρίση αλλά με την κοινωνία όρθια" Κύριο
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Άρθρα
- Εκτύπωση
Με αφορμή την πρώτη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, επιχειρούμε μια πρώτη προσέγγιση των κυβερνητικών μας πεπραγμένων.
Το πρώτο εξάμηνο σημαδεύτηκε από τη σκληρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές και τις παρενθέσεις που επανειλημμένα επιδίωξε το παλιό πολιτικό σύστημα με κορυφαίο εκπρόσωπό του τον Σαμαρά και τη σκληροπυρηνική νεοφιλελεύθερη ηγετική ομάδα του Μητσοτάκη.
Είναι αλήθεια ότι ο ελληνικός λαός είδε στο ΣΥΡΙΖΑ την ελπίδα για τερματισμό της λιτότητας και της ύφεσης. Για μια σκληρή διαπραγμάτευση, από την οποία δεν περιμέναμε ότι θα τα «παίρναμε όλα» αλλά σίγουρα κάτι θετικότερο θα προέκυπτε.
Επειδή πολύς λόγος γίνεται από την αντιπολίτευση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είπε ψέματα στο λαό για να υφαρπάξει την ψήφο του, αξίζει να θυμηθούμε για λίγο το περίφημο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Πράγματι είπαμε ότι η επιδίωξή μας ήταν να αυξήσουμε τους κατώτατους μισθούς, να δώσουμε ξανά τη 13η σύνταξη, να προστατέψουμε τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από τα «κόκκινα δάνεια», να αυξήσουμε τις δαπάνες για την υγεία και την παιδεία. Είπαμε και άλλα, μεταξύ των οποίων το πιο σημαντικό ήταν η επιδίωξη για την απομείωση του δημόσιου χρέους, γιατί από αυτό εξαρτάται εν πολλοίς η επάνοδος στην ανάπτυξη και την ευημερία.
Το τεράστιο ταμειακό έλλειμμα (553 εκατ. €) άφησαν πίσω τους ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος μαζί με την αξιολόγηση του προγράμματός τους που ποτέ δεν έκλεισαν καθώς και οι παγίδες που έστηναν από κοινού με τον Σόιμπλε σε κάθε στιγμή τη διαπραγμάτευσης, εμπόδισαν την κυβέρνησή μας να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της. Ακόμη και οι 100 δόσεις για τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές καταγγέλλονταν ως μονομερείς ενέργειες που δεν συνάδουν με το καθεστώς επιτροπείας που είχε επιβληθεί. Στο τέλος προκάλεσαν τη θρασύτατη πιστωτική ασφυξία και μας ανάγκασαν στα capital control στέλνοντάς μας και τελεσίγραφο να δεχτούμε μια εξάμηνη συμφωνία με βαρύτατους όρους για να μάθουμε να μην «κάνουμε τους καμπόσους». Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι φώναζαν να φέρουμε μια οποιαδήποτε συμφωνία – κάποιοι μάλιστα επέχαιραν και προέτρεπαν: «Γερούν (Ντάισελμπλουμ) βάστα γερά».
Τα βασικά ερωτήματα που προκύπτουν είναι:
1. Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης και οι προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ψέματα; Ήταν ανεφάρμοστα; Ήταν λαϊκίστικες φανφάρες;
2. Ο ΣΥΡΙΖΑ γνώριζε ή όχι τους δυσμενείς συσχετισμούς δυνάμεων; Και εάν τις γνώριζε γιατί τις απέκρυπτε και δεν έβαζε πλάτη στην προηγούμενη πολιτική της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ που έβγαζε πιο γρήγορα στην άκρη του τούνελ;
3. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε στο πίσω μέρος του κεφαλιού του την έξοδο από το ευρώ και στην πορεία το μετάνιωσε; Ή ακόμη χειρότερα, τα είχε εκ των προτέρων κάνει πλακάκια με τους δανειστές γιατί το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η εξουσία;
4. Το κόστος της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία είναι εκτός από το τρίτο μνημόνιο άλλα 100 δις € χρέος;
5. Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις μνημονιακές και τις αντιμνημονιακές δυνάμεις ήταν ταυτόχρονα απάτη και αυταπάτη;
Αντιστοίχως λοιπόν και οι απαντήσεις:
1. Η ταύτιση του ΣΥΡΙΖΑ με τις ανάγκες της ρημαγμένης ελληνικής κοινωνίας ήταν και είναι μια σχέση αναγκαία αμοιβαίας εμπιστοσύνης, πέρα από φτηνές λαϊκίστικες ρητορείες. Είναι μια σχέση στηριγμένη σε διαχρονικές ανθρωπιστικές αξίες και ιδανικά. Για την αξιοπρέπεια του πολίτη και την κοινωνική δικαιοσύνη. Είναι μια σχέση ποτισμένη με το αίμα και τους αγώνες για την πατρίδα και τις κοινωνικές κατακτήσεις.
Το πρώτο προεκλογικό πρόγραμμα των ριζοσπαστικών δυνάμεων ήταν – και παραμένει – αναγκαίο, ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο. Αναγκαίο γιατί απαντά στα προβλήματα της κοινωνίας, ρεαλιστικό γιατί όλο και περισσότεροι σοβαροί οικονομολόγοι και πολιτικοί το αναγνωρίζουν ως τέτοιο, και εφαρμόσιμο γιατί έχει δοκιμαστεί με επιτυχία στο παρελθόν με βάση όχι μια αριστερή θεωρία, αλλά με βάση τη θεωρία ενός φιλελεύθερου – του Τζων Μέϋναρντ Κέϊνς.
Το ερώτημα είναι στην ουσία, ποιοι και γιατί δεν το θέλουν. Και η απάντηση είναι απλή: Δεν το θέλει το ντόπιο κατεστημένο γιατί θα χάσει το προνόμιο να έχει μια θέση στις λίστες καταθετών των Ελβετικών Τραπεζών και άλλων φορολογικών παραδείσων. Δεν το θέλει το νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης ιερατείο των Βρυξελλών. Δεν το θέλει ο Σόιμπλε και όσοι εργάζονται για μια Γερμανική Ευρώπη.
2. Ο ΣΥΡΙΖΑ γνώριζε και πάντα αναλύει τους συσχετισμούς των δυνάμεων. Από την πρώτη στιγμή διεμβολίσαμε το συμπαγές μέχρι τότε μέτωπο των δανειστών και των ανάλγητων δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού. Χτίσαμε και χτίζουμε συμμαχίες με όλες τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη και διεθνώς. Αλλά πολλές φορές στην Ιστορία, δεν επιλέγουμε το χρόνο της αναμέτρησης. Καλώς ή κακώς, «μας επιλέγει». Όπως και χαμένη μάχη δεν είναι αυτή που χάνεται. Είναι αυτή που δεν δίνεται. Ωστόσο, η μάχη που δώσαμε δεν συνιστά μια ολοκληρωτική ήττα, αλλά δύο βήματα πίσω για να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας. Ας θυμηθούν μερικοί τη Συμφωνία του Λένιν στο Μρέστ – Λιτόφσκ, ο οποίος σίγουρα δεν ήταν ούτε εθνικός μειοδότης ούτε κάποιος που πρόδωσε τις επαναστατικές του ιδέες.
Σε ότι αφορά τα SUCCESS STORY του Σαμαρά, όλοι θυμούνται ποιους εξυπηρετούσε η πολιτική του: τα μεγάλα ιδιωτικά εγχώρια και ξένα συμφέροντα. Τους φίλους και τους κουμπάρους. Όσους δηλαδή δημιούργησαν την κρίση και που στη διάρκειά της όχι μόνο δεν πληγώθηκαν αλλά αντίθετα συνέχισαν να κερδοσκοπούν στην πλάτη του λαού και με τα χρήματα του ίδιου πάλι του λαού.
3. Ο ΣΥΡΙΖΑ πάντα υποστήριξε τη θέση ότι η θέση της χώρας είναι στην Ευρώπη και ότι το κόστος εξόδου από το ευρώ και την Ευρωζώνη είναι μεγαλύτερο από την παραμονή μας σε αυτήν. Υποστηρίζουμε σταθερά και σθεναρά επίσης, την ανάγκη για ανατροπή της πολιτικής της λιτότητας όπως επίσης υποστηρίζουμε και την ανάγκη ανακύκλωσης των πλεονασμάτων των χωρών του βορρά στις χώρες του νότου. Γιατί πρώτον τα πλεονάσματα αυτά είναι το έλλειμμα του νότου και δεύτερον η ανακύκλωση είναι ένας ελάχιστος μηχανισμός εξισορρόπησης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Άρα ούτε πλακάκια θα μπορούσαμε να τα κάνουμε με τον Σόιμπλε αφενός και όλοι κατανοούν το μέγεθος της δυσκολίας να αλλάξουν στάση κάποιες μεγάλες δυνάμεις στην Ευρώπη. Όμως αξίζει να το παλέψουμε και γι’ αυτό διεκδικήσαμε και πήραμε την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού. Αλλιώς μπορούσαμε να κάτσουμε στον … καναπέ μας.
4. Όσο μεγάλο είναι το χρέος που δημιούργησαν η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, άλλο τόσο δυσθεώρητα μεγάλα είναι και τα ψέματά τους. Τα 86 δις που προβλέπει η συμφωνία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές, είναι όλα ανακύκλωση και εξυπηρέτηση του χρέους που μας κληροδότησαν. Και είναι στην ουσία και λιγότερα κατά 25 δις καθώς για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών χρειάστηκαν πολύ λιγότερα – περίπου 5,5 δις – και παρά τα capital controls.
5. Η διαχωριστική γραμμή μνημονιακών και αντιμνημονιακών είναι μια υπαρκτή και ταυτόχρονα χαρακτηριστική πολιτική αντίθεση ανάμεσα στις δυνάμεις του παλιού πολιτικού συστήματος και των ριζοσπαστικών αριστερών δυνάμεων της κοινωνίας μας. Το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. υποθήκευαν το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας, με το αζημίωτο φυσικά για τους ίδιους, και μετέφεραν – χωρίς ίχνος δισταγμού - το σύνολο του λογαριασμού στο λαό, με ατέλειωτη φτώχεια και ανεργία. Δικά τους πρωτοκλασάτα στελέχη μάλιστα έλεγαν πως τα μνημόνια είναι η οικονομική τους πολιτική. Και άλλα έλεγαν πως όχι μόνο τα υιοθετούσαν αλλά οι ίδιοι θα έπαιρναν ακόμα πιο σκληρά μέτρα από αυτά που ζητούσαν οι δανειστές.
Η ριζοσπαστική Αριστερά και η κοινωνία των πολλών ήταν και είναι κατά των μνημονίων γιατί εκτός των απάνθρωπων συνεπειών τους διέπονται από μια εσωτερική αντίφαση. Ενώ υποτίθεται ότι θέλουν να πάρουν πίσω τα λεφτά τους οι δανειστές, την ίδια ώρα με τις αποτυχημένες τους πολιτικές, υπονομεύουν κάθε δυνατότητα οικονομικής ανάκαμψης και ανάπτυξης – έτσι όπως τουλάχιστον την εννοούν.
Η κυβέρνησή μας, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αγωνίζεται με συνέπεια και κάνει τα πάντα για να περάσουμε στην ανάπτυξη μέσα από την οικοδόμηση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου. Ήδη μπορούμε να διακρίνουμε τα θετικά σημάδια αυτής της πορείας τόσο στο πεδίο των αριθμών όσο και στο πεδίο της αλλαγής του κλίματος. Θα το διαπιστώσουμε σύντομα και στο πεδίο της ΕΚΤ με την ποσοτική χαλάρωση, μετά και την επιτυχή ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Θα περάσουμε έτσι στο πλαίσιο των πραγματικά μεγάλων αντιθέσεων. Στην αντιπαράθεση των παραγωγών του κοινωνικού προϊόντος με εκείνους που το ιδιοποιούνται.
Και στη σύγκρουση των λαών του νότου με τα μεγάλα συμφέροντα του βορρά που απειλούν ακόμη και την παγκόσμια ειρήνη, όπως και στο παρελθόν.
Θα βγούμε λοιπόν από την κρίση αλλά με την κοινωνία όρθια. Για να ανταποκριθούμε με επιτυχία και στις μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος.
Χρυσούλα Κατσαβριά - Σιωροπούλου
Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Καρδίτσας