Ομιλία Θεοχάρη Θεοχάρη για το σχέδιο νόμου του ΥΠ.ΕΘ.Α. Κύριο
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Πολιτικά
- Εκτύπωση
Για την υπηρεσιακή εξέλιξη και ιεραρχία των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων μίλησε στη Βουλή η Βουλευτής ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ν. Καρδίτσας Μαρία Θεοχάρη, στο πλαίσιο της συζήτησης του σχετικού νομοσχεδίου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
«Το ιδιαίτερα εκτεταμένο και αξιόλογο νομοσχέδιο που συζητάμε αυτή την εβδομάδα, αποτελεί μία αξιόπιστη προσπάθεια του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας να προσαρμόσει τη διοικητική νομοθεσία που διέπει ζητήματα που αφορούν στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, στις νέες ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στον ασφαλιστικό νόμο του Δημοσίου που ψηφίστηκε το καλοκαίρι.
Πρόκειται για ένα εγχείρημα που ως πρωταρχικό στόχο έχει να καθιερώσει ένα πλήρες σύστημα αξιοκρατίας στην ανέλιξη των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, ενισχύοντας παράλληλα το κράτος δικαίου εντός του στρατεύματος, ενώ ακόμα περιλαμβάνει πολιτικοστρατιωτικές αλλαγές σε ό,τι αφορά τη δομή των Δυνάμεων.
Βασικό σημείο του νομοσχεδίου αποτελεί η προσαρμογή της διοικητικής νομοθεσίας για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, ώστε αφενός να διασφαλίζεται με αξιοκρατικά κριτήρια η εξέλιξη των αξιωματικών και υπαξιωματικών μέχρι τη συμπλήρωση της στρατιωτικής υπηρεσίας, αλλά και μετά από αυτή, έως τον ανώτατο δυνατό βαθμό, καθορίζοντας παράλληλα και τα ελάχιστα χρονικά όρια παραμονής σε κάθε βαθμό και αφετέρου να τους παρέχεται η δυνατότητα εξαγοράς τουλάχιστον πέντε ετών, ώστε να συμπληρώνεται το σχήμα, τριάντα πέντε χρόνια θητείας συν πέντε, σαράντα συντάξιμα έτη.
Αυτό, βέβαια, σημαίνει επιμήκυνση του χρόνου παραμονής στους νεότερους βαθμούς. Δεν συνεπάγεται, όμως, επ’ ουδενί μισθολογική μείωση. Οι περικοπές στις αμοιβές των αποδοχών δεν επεκτείνονται σε αυτό το νομοσχέδιο, που είναι αμιγώς διοικητικό και στην ουσία προστατεύει το πλήρες συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Οι ρυθμίσεις αυτές ουσιαστικά αποσκοπούν στο να δίδονται ίσες ευκαιρίες σε κάθε αξιωματικό καριέρας να ανελίσσεται, να φτάνει και να παραμένει με τριάντα πέντε έτη πραγματικής υπηρεσίας στο βαθμό του Συνταγματάρχη. Την ίδια στιγμή, εάν κάποιο στέλεχος των Ενόπλων Δυνάμεων δεν φαίνεται να έχει τις ίδιες ικανότητες με το μέσο όρο, δεν αποβάλλεται από το σύστημα, αλλά παραμένει, προσφέροντας τις υπηρεσίες του από άλλες θέσεις.
Παράλληλα, με τον ορισμό αναλυτικών κριτηρίων για την αξιολόγηση των στελεχών και τη διαδικασία κρίσης για την προαγωγή, σημαντικό σημείο αποτελούν οι ρυθμίσεις που αφορούν στα σαφή και τυποποιημένα κριτήρια που διέπουν τόσο τις μεταθέσεις του εσωτερικού, όσο και του εξωτερικού, αλλά και τις αποσπάσεις, τοποθετήσεις και μετατάξεις. Το σύστημα γίνεται απόλυτα διαφανές και ελέγξιμο και περιλαμβάνει προβλέψεις που λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια των υπηρεσιακών αναγκών, της επαγγελματικής επάρκειας και καταλληλότητας του καθένα, αλλά και τα κοινωνικά κριτήρια, όπως τους πολύτεκνους, τις μονογονεϊκές οικογένειες, τα άτομα με αναπηρία κ.ο.κ.
Ένα ακόμα σημαντικό σημείο του νομοσχεδίου είναι ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας περί στρατολογίας. Τόσο η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Πολίτη όσο και τα πορίσματα της έκθεσης του Συνηγόρου του Πολίτη, επιβάλλουν κάποιες τροποποιήσεις στη νομοθεσία, τις οποίες περιλαμβάνει το νομοσχέδιο, όπως π.χ. ο χαρακτηρισμός κάποιου ως «αντιρρησία συνείδησης» κατά τη διάρκεια της εφεδρείας, η εναρμόνιση της εναλλακτικής θητείας του αντιρρησία με τα νέα δεδομένα σε σχέση με την πραγματική διάρκεια της θητείας.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι ουσιαστικά το Στρατολογικό Σώμα αλλάζει αντικείμενο. Το ψηφιακό στρατολογικό γραφείο αποτελεί καινοτομία που διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό τις διαδικασίες μέσω του διαδικτύου και μέσα από μία κεντρική υπηρεσία διαχείρισης του αρχείου, ξεφεύγοντας από το προηγούμενο μοντέλο με την πληθώρα στρατολογικών γραφείων και υπηρεσιών.
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στις διατάξεις του νομοσχεδίου που αφορούν στη νέα δομή διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων. Το νέο σύστημα είναι απόλυτα διακλαδικό, με αλυσίδα επιχειρησιακής διοίκησης, στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ με διευρυμένες αρμοδιότητες, ακολουθούν οι Αρχηγοί των τριών κλάδων, των επιτελείων των τριών κλάδων. Έπειτα έχουμε τους κλάδους με τους μείζονες επιχειρησιακούς σχηματισμούς κλπ.
Η διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων, βάσει του Συντάγματος, ασκείται από την Κυβέρνηση δια του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, έχοντας τον πλήρη έλεγχο και την ευθύνη, ενώπιον της Βουλής, ενώ ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ επιλέγεται από το ΚΥΣΕΑ, μετέχει στο Συμβούλιο Άμυνας και στο ΚΥΣΕΑ και προεδρεύει του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων. Και στο πλαίσιο των οδηγιών του Υπουργού Εθνικής Άμυνας και αναφερόμενος σε αυτόν, ασκεί την πλήρη διοίκηση όλων των κλάδων.
Εκτός από τη νέα δομή διοίκησης, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και μία νέα διαδικασία για τη συγκρότηση της δομής δυνάμεων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το νέο μοντέλο σχεδιάζεται από μηδενική βάση, κάτι που σημαίνει ότι αφενός ως προς το προσωπικό είναι μία διαδικασία που διαρκώς εξελίσσεται, αφετέρου, σε ό,τι αφορά στους εξοπλισμούς, ξεφεύγουμε από τη λογική που επικρατούσε ως τώρα και ξεκινάμε με γνώμονα ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό που πηγάζει από το πώς θέλουμε να είναι οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Ο σχεδιασμός αυτός καθορίζει στην πορεία τα προγράμματα προμηθειών και τη δημοσιονομική διαχείριση, έτσι όπως προκύπτει από τους τριετής προϋπολογισμούς.
Το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί ένα εκτεταμένο εγχείρημα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, που εντάσσεται στη γενικότερη πολιτική της Κυβέρνησης για εξορθολογισμό και αξιοκρατία σε όλες τις βαθμίδες και σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης του κράτους. Ρυθμίζει όλα τα εκκρεμή ζητήματα που αφορούν τόσο στη διοικητική νομοθεσία, όσο και τη νέα δομή των Ενόπλων Δυνάμεων, εκσυγχρονίζοντας και εξορθολογίζοντας τον τρόπο διοίκησης και λειτουργίας τους, γι’ αυτό και οφείλουμε όλοι να το υπερψηφίσουμε.»