Τσιάρας :"Αντιεκπαιδευτικός Αρμαγεδδώνας" Κύριο
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Πολιτικά
- Εκτύπωση
Η κυβέρνηση, προχώρησε σε μια βεβιασμένη ανακοίνωση καταργήσεων και συγχωνεύσεων εκατοντάδων σχολικών μονάδων.
Κάνοντας πράξη τη δέσμευση, που απορρέει μέσα από την σύμβαση του μηχανισμού στήριξης για «αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος» και «αποτελεσματικότερη χρήση πόρων», 1.056 σχολεία σβήνονται οριστικά από το σχολικό χάρτη και 1.933 συγχωνεύονται. Μεγάλο πλήγμα δέχεται η Καρδίτσα, η όποια και χάνει το 44,4%, των σχολείων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Έχει από καιρό επισημανθεί ο αδιαφανής τρόπος με τον οποίο προχώρησε όλη αυτή τη διαδικασία. Χωρίς συγκεκριμένους κανόνες, αγνοώντας στις περισσότερες περιπτώσεις την τοπική κοινωνία, τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και τους μαθητές, ακόμα και τις τοπικές δημοτικές αρχές. Παρά τις έντονες αντιδράσεις, η πολίτικη ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας συνεχίζει να επιμένει στις προτάσεις της, προβάλλοντας σαθρά και ανακριβή επιχειρήματα. Η αλήθεια είναι, πως οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν με μόνο κριτήριο τη μείωση των δαπανών για την παιδεία και με παντελή αδιαφορία για τα κοινωνικά και παιδαγωγικά προβλήματα, που θα προκύψουν, χωρίς τον ελάχιστο προαπαιτούμενο σχεδιασμό.
Μόνο έτσι μπορούν να εξηγηθούν, οι προτάσεις συγχώνευσης σχολικών μονάδων, με επαρκή αριθμό 55 ή 88 μαθητών και άρτια κτιριακή υποδομή σε κωμοπόλεις, που υπήρξαν πρωτεύουσες καποδιστριακών δήμων. Ιδίως όταν αυτά τα σχολεία πληρούν τις προϋποθέσεις για σύσταση τμημάτων με ανώτερο αριθμό μαθητών τα 25 παιδιά, όπως με πρόσφατη εγκύκλιο του προτείνει το Υπουργείο. Δεν μπορούν να συγχωνεύονται δημοτικά σχολειά σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές, όπου μικροί μαθητές καλούνται να διανύουν καθημερινά αποστάσεις σαράντα ή και περισσοτέρων λεπτών σε ένα δύσβατο επαρχιακό οδικό δίκτυο και αυτό να παρουσιάζεται ως αναβάθμιση της προσφερόμενης παιδείας. Δεν είναι δίκαιο, η Καρδίτσα να χάνει όλα τα μονοθέσια σχολεία της, όταν σε γειτονικούς νομούς με ομαλότερο γεωγραφικό ανάγλυφο και μικρότερη οικιστική διασπορά, παραμένουν αρκετά από αυτά. Και φυσικά στερείται κάθε λογικής η συγχώνευση εξαθέσιων δημοτικών σχολείων και η δημιουργία πολυπληθών σχολικών μονάδων, όπου πλέον ο εκπαιδευτικός δεν θα έχει την δυνατότητα, να ασχοληθεί με τα ιδιαίτερα προβλήματα και τις ανάγκες των μαθητών του.
Είναι δεδομένο, πως το κλείσιμο των σχολείων στην περιφέρεια μας θα δυσκολέψει την πρόσβαση των μαθητών και μαθητριών στο σχολείο. Θα ενισχύσει το φαινόμενο της μαθητικής διαρροής και θα αυξήσει τις δυσκολίες στην επικοινωνία γονιών και εκπαιδευτικών. Ταυτόχρονα το κόστος των μετακινήσεων των μαθητών, που είναι ήδη πολύ μεγάλο, θα εκτοξευθεί στα ύψη, με την κεντρική κυβέρνηση, η οποία δεν διαθέτει επαρκείς πόρους, ούτε για τις καθημερινές λειτουργικές ανάγκες των σχολείων, να αποσκοπεί στο να επωμιστούν το βάρος οι οικείοι δήμοι και οι γονείς των μαθητών. Οι προτάσεις του Υπουργείου δημιουργούν έναν αντιεκπαιδευτικό μοντέλο, που στοχεύει στη μείωση των εκπαιδευτικών δαπανών μέσα από τη δημιουργία μεγάλων σχολικών μονάδων, την απαλλαγή από ενοίκια, την «αξιοποίηση» των σχολικών κτηρίων αλλά και την κατάργηση χιλιάδων θέσεων εκπαιδευτικών. Δυστυχώς όμως δεν μπορεί να υπάρξει δωρεάν, δημόσια, ποιοτική παιδεία, που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες εκπαιδευτικές ανάγκες με λογιστικά κριτήρια που προτάσσουν τις περικοπές σε σχολεία, χρήματα και εκπαιδευτικούς.
Με λύπη διαπιστώνουμε, πως σήμερα στην Ελλάδα, που η επένδυση στην Παιδεία θα μπορούσε να αποτελέσει μια μακροπρόθεσμη λύση στο οικονομικό αδιέξοδο της πατρίδας μας, η κυβέρνηση προχωρεί στη λήψη μέτρων με το επικοινωνιακό περιτύλιγμα του «Νέου Σχολείου», υποβαθμίζοντας στην ουσία το Δημόσιο Σχολείο. Ωστόσο η δύσκολη οικονομική κατάσταση της χώρας, δε αποτελεί ικανό άλλοθι για την κυβέρνηση να εξοικονομεί χρήματα σε βάρος των παιδιών μας και να οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια το ελληνικό σχολείο στην πλήρη αποδυνάμωσή του. Βεβαίως και χρειαζόμαστε μια νέα πολίτικη αναδιάρθρωσης των δαπανών στον τομέα της Παιδείας. Με πρωτεύον όμως και ουσιαστικό κριτήριο την ενίσχυση της ποιότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Έστω και τώρα, η υπουργός Παιδείας οφείλει να προχωρήσει σε ουσιαστικό και ειλικρινή διάλογο με τους κοινωνικούς φορείς και την εκπαιδευτική κοινότητα. Είναι χρέος και ευθύνη απέναντι στα παιδιά μας να καταλήξουμε σε πιο λειτουργικές λύσεις, οι οποίες δεν θα αντιμετωπίζουν με οριζόντιες και ισοπεδωτικές λογικές γεωγραφικές ιδιαιτερότητες και προβληματικές καταστάσεις.
Κώστας Τσιάρας
Βουλευτής Ν.Δ. ν. Καρδίτσας