Ερώτηση Τσιάρα για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση των ομογενών Κύριο
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Πολιτικά
- Εκτύπωση
Εξηγήσεις για την πολιτική του υπουργείου Παιδείας, σχετικά με την ελληνόγλωσση εκπαίδευση της ομογένειας, ζήτησε ο Βουλευτής του νομού της Ν.Δ., Κωνσταντίνος Τσιάρας, με σχετική ερώτηση του προς την αρμόδια Υπουργό, Άννα Διαμαντοπούλου.
Αφορμή στάθηκαν οι πρόσφατες πρωτοβουλίες του Υπουργείου Παιδείας για την αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας των σχολείων του απόδημου Ελληνισμού και τα έντονα προβλήματα δυσλειτουργίας, που αυτές δημιουργούν.
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης του κ. Τσιάρα, όπως κατατέθηκε στην Βουλή έχει ως εξής:
«Ερώτηση προς την υπουργό: Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης & Θρησκευμάτων, Κα Άννα Διαμαντοπούλου»
ΘΕΜΑ: «Προβλήματα στην λειτουργιά των ελληνικών σχολειών του εξωτερικού και υποβάθμιση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης».
Τον έντονο προβληματισμό των ελληνικών σωματείων και ενώσεων του εξωτερικού έχει προκαλέσει η πολιτική του υπουργείου Παιδείας σε ζητήματα, που άπτονται της εκπαίδευσης της ομογένειας. Η ηγεσία του Υπουργείου, εφαρμόζοντας ένα «σχέδιο εξυγίανσης», κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της τρέχουσας δημοσιονομικής πολιτικής, προχωρά σε μια αμφίβολης αποτελεσματικότητας αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας των σχολείων του απόδημου Ελληνισμού, με τη λήψη δραστικών μέτρων.
Το κλείσιμο και οι συγχωνεύσεις σχολείων, οι μειώσεις αποσπάσεων, ο περιορισμός των ωρών διδασκαλίας των ελληνικών στα μειονοτικά σχολεία και των λειτουργικών εξόδων, όπως αυτά για την εκτύπωση των βιβλίων, δημιουργούν μια διάχυτη ανησυχία όσο αφορά στο μέλλον της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης αλλά και στην βιωσιμότητα των σχολείων. Εκφράζονται φόβοι πως οι αποφάσεις του υπουργείου θα οδηγήσουν στη συρρίκνωση και στο κλείσιμο σχολικών μονάδων.
Ταυτόχρονα είναι απολύτως βέβαιο, πως η συγκεκριμένη πρακτική οδηγεί στην αλλαγή της φυσιογνωμίας των σχολείων, στην σταδιακή μετατροπή τους σε δίγλωσσα, ενταγμένα στο πρόγραμμα των ξένων σχολείων των χωρών υποδοχής, και στην διδασκαλία της ελληνικής ως δευτερεύουσας γλώσσας, περιοριζόμενη σε μαθήματα ιστορίας και πολιτισμού.
Οι συγκεκριμένες πολιτικές έχουν ως αποτέλεσμα την πρόκληση αναστάτωσης σε όλες σχεδόν τις χώρες του εξωτερικού, όπου υπάρχει έντονο ελληνικό στοιχείο. Σε πάρα πολλές από αυτές, εφόσον υπάρχει η σχετική δυνατότητα, οι εκεί ελληνικές κοινότητες με δικούς τους πόρους προσπαθούν να καλύψουν τα λειτουργικά έξοδα των σχολείων ή τις μισθολογικές δαπάνες και τα έξοδα διαμονής, προκειμένου να κρατήσουν κάποιους από τους ανακληθέντες εκπαιδευτικούς.
Είναι γεγονός πως από τα ελληνικά σχολεία του εξωτερικού, αποφοιτούν ετησίως χιλιάδες παιδιά, όχι μονό ελληνικής καταγωγής αλλά διαφόρων εθνικοτήτων, τα οποία θα είναι οι αυριανοί πρεσβευτές του Ελληνισμού και αποτελούν την εγγύηση για τη διασφάλισή του στο μέλλον. Το ελληνικό κράτος επομένως είναι αυτό που οφείλει να αποτελεί τον κυρίαρχο φορέα της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης με στόχο τη μόνιμη αναβάθμισή της.
Επειδή, ακόμα και σε αυτή την δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το ελληνικό κράτος, υπάρχουν περιθώρια και είναι θέμα πολιτικής βούλησης η ποιοτική αναβάθμιση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στο εξωτερικό,
ερωτάται η αρμόδια Υπουργός:
1. Με ποια άμεσα μέτρα προτίθεται να αντιμετωπίσει τα τρέχοντα ζητήματα δυσλειτουργίας, που παρουσιάζουν πολλά από τα ελληνικά σχολεία του εξωτερικού;
2. Ποιες γενικότερες πολιτικές ενίσχυσης της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στους ομογενείς μαθητές του εξωτερικού πρόκειται να ακολουθήσει;»