Καρκίνος του μαστού: Παθογένεια - Πρόληψη Διάγνωση Κύριο
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Άρθρα
- Εκτύπωση
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί σήμερα την πρώτη σε συχνότητα κακοήθεια του γυναικείου πληθυσμού στην Ευρώπη, ενώ σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία υπολογίζεται ότι 1 στις 9 γυναίκες στην διάρκεια της ζωής τους θα νοσήσουν.
Ο πρώτος και σημαντικότερος παράγοντας που σχετίζεται με τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού είναι η αύξηση της ηλικίας και η παράμετρος του γυναικείου φύλου.
ΕΠΙΒΑΡΥΝΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
Ισχυροί επιβαρυντικοί παράγοντες θεωρούνται η ύπαρξη μεταλλάξεων στα γονίδια BRCA1 και BRCA2, η έκθεση του θώρακα σε μεγάλες δόσεις ακτινοβολίας και το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού και ωοθηκών. Σχετικά αυξημένος κίνδυνος έχει βρεθεί σε γυναίκες που λαμβάνουν ορμονική θεραπεία υποκατάστασης για περισσότερα από πέντε χρόνια, αντισύλληψη για μακρύ χρονικό διάστημα ή μετά από πολλαπλές προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης. Οι κίνδυνοι αυτοί μειώνονται εφ όσον οι η γυναίκα σταματήσει την λήψη των φαρμάκων αυτών.
ΤΥΠΟΙ ΚΑΚΟΗΘΕΙΑΣ
Ο πιο συχνός τύπος καρκίνου είναι το πορογενές διηθητικό καρκίνωμα (70%- 80% των καρκίνων του μαστού). Όταν περιορίζεται αυστηρά μέσα στους γαλακτοφόρους πόρους του αδένα και δεν επεκτείνεται στο γύρω παρέγχυμα λέγεται πορογενές in situ (DCIS) και θεωρείται ως το πλέον πρώιμο στάδιο ανιχνεύσιμου καρκίνου μαστού. Άλλη κατηγορία είναι το διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα, το in situ λοβιακό καρκίνωμα, το μυελοειδές και το βλεννώδες καρκίνωμα. Λιγότερα συχνά είναι το θηλώδες καρκίνωμα, το σάρκωμα και το φλεγμονώδες καρκίνωμα.
ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ
Η μαστογραφία αποτελεί την πλέον αξιόπιστη μέθοδο για την απεικόνιση του καρκίνου του μαστού καθώς και για τον εντοπισμό και τη διάγνωση των υποκλινικών καρκίνων μεγέθους 3-4 χιλιοστά, οι οποίοι δεν ψηλαφιούνται. Η συγκριτική αξιολόγηση με προηγούμενες μαστογραφίες είναι σημαντικότατη μέθοδος εκτίμησης της φύσης των απεικονιζόμενων αλλοιώσεων, με βάση την συμπεριφορά τους στο χρόνο και τον ρυθμό με τον οποίο μεταβάλλονται.
Η σημασία του προληπτικού ελέγχου με μαστογραφία είναι να εντοπίζονται οι μεταβολές στην μαστογραφική εικόνα και να αξιολογούνται πριν αυτές γίνουν κλινικά αντιληπτές. Η ευαισθησία της μαστογραφίας κυμαίνεται από 85%-90% (ένα 10% δεν ανιχνεύεται με την μαστογραφία), ενώ σε λιποβριθείς μαστούς πλησιάζει το 100%. Σε πυκνής συστάσεως μαστούς με έντονες ινοκυστικές αλλαγές η ευαισθησία μειώνεται λόγω αυξημένης ακτινοσκιερότητας του περιβάλλοντος παρεγχύματος. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενδείκνυται η ψηφιακή μαστογραφία κατά την οποία χρησιμοποιείται ανιχνευτής και ηλεκτρονικός υπολογιστής (DR επεξεργασία), με αποτέλεσμα να έχουμε μαστογραφίες πολύ υψηλής ευκρίνειας και με λιγότερη ακτινοβολία.
Συμπληρωματικός έλεγχος σε πυκνούς μαστούς με αυξημένη αδένωση γίνεται με το υπερηχογράφημα μαστών και τον έλεγχο Doppler . Με το υπερηχογράφημα μπορούμε να διαπιστώσουμε εάν μέσα στο πυκνής σύστασης παρέγχυμα του μαστού υπάρχει μόρφωμα κυστικό ή συμπαγές , με αιμάτωση στο εσωτερικό του ή όχι, με αυξημένο ή όχι δείκτη αντίστασης ή αν υπάρχει τυχόν διαταραχή της πορείας των γαλακτοφόρων πόρων. Όλα αυτά είναι παράμετροι που αν αξιολογηθούν σωστά μπορούν να συμβάλλουν στην έγκαιρη διάγνωση της κακοήθειας στον μαστό, ψηλαφητής ή μη.
Το υπερηχογράφημα μαστών δεν πρέπει να υποκαθιστά την μαστογραφία, διότι ύποπτες μικροαποτιτανώσεις ενδεικτικές κακοήθειας αναδεικνύονται μόνο με την μαστογραφία. Ο συνδυασμός όμως μαστογραφικού και υπερηχογραφικού ελέγχου αυξάνει ακόμα περισσότερο την διαγνωστική ικανότητα των δύο μεθόδων (διαγνωστική ακρίβεια που φτάνει έως το 97%).
Το υπερηχογράφημα μαστών ενδείκνυται ως μέσο πρόληψης σε νέες γυναίκες μικρότερες των 40ετών, το οποίο σε συνδυασμό με την κλινική εξέταση προσφέρει σημαντικές πληροφορίες για την σύσταση του μαζικού αδένα. Είναι εξέταση αξιόπιστη, γρήγορη, ανώδυνη, φθηνή η οποία μπορεί να εντοπίσει αλλοιώσεις στο μαστό και μη ψηλαφητές που δεν έχουν δώσει ακόμα κλινικά σημεία.
Καθοριστικό ρόλο στην πρόληψη του καρκίνου του μαστού αποτελεί η τακτική κλινική εξέταση από ειδικό γιατρό από νεαρή ηλικία (από την ηλικία των 20ετών), καθώς και η αυτοεξέταση των μαστών από τις ίδιες τις γυναίκες για τον εντοπισμό τυχόν ψηλαφητού μορφώματος. Κάθε φορά θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για ύπαρξη μασχαλιαίων ή υπερκλείδιων λεμφαδένων καθώς και έλεγχο της θηλής των μαστών (εάν υπάρχει έκκριση υγρού κυρίως αιματηρού) και του δέρματος (όψη φλοιού πορτοκαλιού).
Είναι απαραίτητο κάθε γυναίκα να γνωρίζει ότι εάν με την ψηλάφηση ανακαλύψει ένα ογκίδιο στο μαστό της δεν θα πρέπει να πανικοβληθεί γιατί δεν σημαίνει ότι αυτό είναι καρκίνος. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις - οι συχνότερες - καλόηθων ογκιδίων όπως είναι οι κύστεις, τα ινοαδενώματα, οι γαλακτοκήλες (κυρίως σε γυναίκες μετά τον θηλασμό), τα λιπώματα, τα θηλώματα, τα αμαρτώματα και σπανιότερα τα αποστήματα και τα αιματώματα.
Η πρώτη μαστογραφία σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία θα πρέπει να γίνεται στην ηλικία των 35-36 ετών και όχι νωρίτερα διότι ο νεανικός μαστός είναι ευαίσθητος στην ακτινοβολία και θα πρέπει να το αποφεύγουμε, εκτός και αν υπάρχει σοβαρή ένδειξη, οπότε η μαστογραφία πραγματοποιείται σε οποιαδήποτε ηλικία. Έως αυτή την ηλικία το υπερηχογράφημα μόνο, ως διαγνωστική απεικονιστική εξέταση καλύπτει πλήρως.
Η πρώτη μαστογραφία στην ηλικία των 36 ετών περίπου χρησιμεύει ως οδηγός για τους επόμενους ελέγχους. Μεταξύ 36 και 40 ετών γίνεται περιοδικός έλεγχος με υπέρηχο μαστών και από την ηλικία των 40 ετών θα πρέπει να γίνεται προληπτικά ετήσιος μαστογραφικός έλεγχος διότι από την ηλικία αυτή αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου, ενώ ανεξαρτήτου ηλικίας κρίνεται σκόπιμο να γίνεται υπερηχογραφικός έλεγχος και κλινική εξέταση μαστών. Η μαστογραφία όπως και το υπερηχογράφημα θα πρέπει να πραγματοποιείται μεταξύ 5ης και 12ης ημέρας του καταμήνιου κύκλου και όχι μετά την ωορρηξία διότι λόγω ορμονικών επιδράσεων ο μαστός διογκώνεται, γίνεται επώδυνος και δύσκολος στη εξέταση.
Γυναίκες οι οποίες έχουν επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό με καρκίνο του μαστού θα πρέπει να υποβάλλονται σε έλεγχο 10 χρόνια νωρίτερα από την ηλικία στην οποία εμφανίστηκε η νόσος στο μέλος της οικογένειας. Είναι σημαντικό επίσης η γυναίκα να γνωρίζει ότι το ποσό της ακτινοβολίας που δέχεται ο μαστός με την μαστογραφία είναι εξαιρετικά χαμηλό ειδικά στις μέρες μας με τα σύγχρονα μηχανήματα και δεν έχει βρεθεί συσχέτιση μεταξύ ανάπτυξης καρκίνου του μαστού και μαστογραφίας. Άλλωστε τα οφέλη από τον προληπτικό έλεγχο με μαστογραφία είναι τεράστια, εφ όσον αποδεικνύεται σωτήρια για χιλιάδες γυναίκες σε όλο τον κόσμο.
Συνεπώς λίγα λεπτά διαθέσιμα κάθε χρόνο για μαστογραφικό και υπερηχογραφικό έλεγχο αρκούν για τηv έγκαιρη ανακάλυψη πρώιμων ψηλαφητών και μη μορφών καρκίνου του μαστού, προσφέροντας στην γυναίκα πλήρη ίαση και ποιότητα ζωής.
* Άρθρο της Σοφίας Χαρ. Αποστολοπούλου, Ιατρού Ακτινοδιαγνώστη MSc, με αφορμή την θεσμοθέτηση του μήνα Οκτώβρη, ως παγκόσμιο μήνα πρόληψης και ενημέρωσης για τον καρκίνο του μαστού, στο πλαίσιο διεθνούς προσπάθειας και ευαισθητοποίησης που στοχεύει στην καταπολέμηση της ασθένειας.