Θωμάς Στραβέλης: Τα Καθήκοντα των Αρχόντων τής Αρχαίας Ελλάδας (Με Φόντο την Υποψηφιότητα του Μπάμπη Παπαδόπουλου)
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Δημοτικές - Δήμος Σοφάδων
- Εκτύπωση
Στην αρχαία Ελλάδα, ο διαχειριζόμενος τις δημόσιες υποθέσεις, δηλαδή εκείνος που, κατά τον Αριστοτέλη, είχε το δικαίωμα του «βουλεύσασθαι τε περί τίνων και κρίναι και επιτάξαι», ήταν ο «άρχων».
Ο πρώτος από τους δέκα κυριότερους ετήσιους δημοτικούς Άρχοντες της αρχαίας Αθήνας ήταν ο «Επώνυμος Άρχων». Ονομάστηκε έτσι επειδή το πολιτικό έτος έπαιρνε το όνομά του. Για τους Αθηναίους, ο θεσμός των δημοτικών Αρχόντων αποτελούσε αντικείμενο ιδιαίτερης λατρείας. Το όνομα του κάθε Άρχοντα γραφόταν στην αρχή ή στο τέλος των ψηφισμάτων και αποφάσεων, που λαμβάνονταν στο διάστημα της θητείας τους. Επειδή οι Αθηναίοι είχαν στρατιωτική υποχρέωση επί 42 χρόνια, υπήρχαν, αντίστοιχα, και 42 επώνυμοι Άρχοντες για τα χρόνια τής στράτευσης.
Ο «Επώνυμος Άρχων» ήταν επιφορτισμένος με τα «Μεγάλα Διονύσια», τα «Θαργήλεια» και το διορισμό των χορηγών. Ο «Άρχων Βασιλεύς» πρωτοστατούσε σε μερικές ιερές τελετές, αναπόσπαστα συνδεδεμένες με το βασιλικό αξίωμα, καθώς και σε γυμναστικούς αγώνες, θυσίες και δίκες για φόνο. Ο «Άρχων Πολέμαρχος» διηύθυνε τα πολεμικά πράγματα, και μέχρι την μάχη τού Μαραθώνα είχε δικαίωμα να ψηφίζει με τους 10 στρατηγούς. Αργότερα, επιστατούσε μόνο στις θυσίες προς τους θεούς τού πολέμου, στις κηδείες των πεσόντων στον πόλεμο και στις γιορτές, που γίνονταν για τη μνήμη τους. Επίσης, αποφάσιζε για όλα τα θέματα, που αφορούσαν προσωπικά και οικογενειακά δικαιώματα των μετοίκων και των ξένων. Τέλος, υπήρχαν οι έξι Θεσμοτέται (ή Νομοθέται), που αναθεωρούσαν τους νόμους μία φορά το χρόνο, επιστατούσαν στην κλήρωση για τα δημόσια αξιώματα και απένεμαν δικαιοσύνη.
Οι Άρχοντες ασκούσαν την εξουσία τους σε διάφορα μέρη τής πόλης. Μόνο ο Πολέμαρχος ήταν εγκατεστημένος έξω από τα τείχη. Κοινό καθήκον όλων ήταν η ετήσια κλήρωση των «Ηλιαστών», η εκλογή των Αφετών στα Παναθήναια, η διεξαγωγή των εκλογών των στρατηγών και άλλων στρατιωτικών, και η απονομή δικαιοσύνης σε ορισμένες περιπτώσεις. Αν εκτελούσαν καλά τα καθήκοντά τους, γίνονταν ισόβια μέλη του Αρείου Πάγου.
Πέρασαν αιώνες από τότε. Ο χρόνος ο οξύθωρος μας έχει, πολλές φορές, αποκαλύψει ως γένος, χωρίς εμείς να το θέλουμε. Και με το πέρασμά του όλα τα σκοτεινιάζει. Ο χρόνος κυλάει με ευσπλαχνική αυστηρότητα. Μονάχα ο μόχθος μένει, ο αγαπημένος μόχθος, γιατί δεν έχουμε πια τίποτ’ άλλο ν’ αγαπήσουμε. Ατέλειωτες αλλαγές έχουν γίνει, αθέλητες ή θελημένες. «Και ξαφνικά ο χρόνος αργεί, μένει πίσω. Οι παρόντες: απόντες. Στρωμένο το τραπέζι. Δε συνέβη τίποτα. Περάστε. Τα δώδεκα ποτήρια. Κι άλλο ένα. Ωστόσο, προσέχτε, μην πατήστε στο πάτωμα, - πάτωμα δεν υπάρχει. Εδώ μπορούν να κάτσουν αναπαυτικά μόνον εκείνοι πού’ χουν φάει και τα δυό τους φτερά και πια δεν πεινάνε».
Η ίδια αλυσίδα – ποιος άραγε τη σφυρηλάτησε; Όχι, δεν ωφελεί η ανάμνηση. Μονάχα η συνέχιση της σκυτάλης από τους Αρχαίους άρχοντες στους σημερινούς, που, με το έργο τους και το σεβασμό στον πατροπαράδοτο θεσμό, κλείνουν τα χάσματα του χρόνου και οι κρίκοι τής αλυσίδας μένουν αρραγείς. Αυτό μόνο έχει σημασία. Ο στεναγμός τού καθήκοντος…
Οι σημερινοί δημοτικοί Άρχοντες ασκούν κι αυτοί τα καθήκοντά τους, αλλά σε διαφορετικά κοινωνικά και πολιτικά πεδία και με διαφορετικό τρόπο. Δεν υπάρχουν θεόσταλτοι δημοτικοί Άρχοντες. Ένας άρχοντας μπορεί να περιορίσει τη ζωή του στα όρια της ζωής και σ’ εκείνα ενός απλού πολίτη, χωρίς μ’ αυτό να έχει μικρότερη δύναμη, όταν πρόκειται να χειριστεί τις δημοτικές υποθέσεις. Και είναι μία πάρα πολύ μεγάλη τιμή για να την παραχωρήσει σε κάποιον ανάξιο.
Ο καλός δημοτικός Άρχοντας, όσο κι αν θεωρεί πολύτιμη την οικογενειακή ζωή του, τις προσωπικές του απολαύσεις, τις φιλίες του, τις επαγγελματικές του φιλοδοξίες, οφείλει πρόθυμα να τα θυσιάσει όλα στο καθήκον, όταν όλα, μα όλα τον καλούν να το πράξει. Άλλωστε, ό,τι μεγάλο γίνεται μέσα στον κόσμο, γίνεται στο όνομα του καθήκοντος. Ό,τι άθλιο γίνεται, γίνεται στο όνομα του συμφέροντος.
Κι επειδή πλησιάζουν οι δημοτικές εκλογές, μπορούμε να συγκεκριμενοποιήσουμε λίγο τα πράγματα. Και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, οι αρχαίοι δημοτικοί Άρχοντες παραδίνουν τη σκυτάλη στους σημερινούς, ένας από τους οποίους, στο πρόσφατο παρελθόν τού Δήμου Σοφάδων, ήταν και φιλοδοξεί νά’ ναι ξανά (βρίσκεται μάλιστα στο μεταίχμιο) – ο Μπάμπης Παπαδόπουλος -, που η πείρα τού έμαθε να είναι φιλικός στους άτυχους και αδύνατους και να συγκρούεται με το άδικο και το οπισθοδρομικό. Γιατί αυτός είναι ο δικός του αγώνας στο χρόνο, που συναντιέται με τον αγώνα όλων μας. Τώρα ανοίγει δρόμος για μία νέα εποχή στο Δήμο Σοφάδων. Μέρα τη μέρα, φεύγουν τα βαριά σύννεφα από τον ουρανό, έρχεται η άνοιξη…
Υπάρχουν Άρχοντες, που είναι σαν τ’ αστέρια: Ανατέλλουν και δύουν, έχουν το σεβασμό των συνδημοτών τους, όχι, όμως, και την εμπιστοσύνη τους. Στον Μπάμπη Παπαδόπουλο μπορούμε να βρούμε κι αυτό: την απόλυτη εμπιστοσύνη. Το καθήκον είναι υποχρέωση, που ο ίδιος ξέρει ότι μπορεί να εξασφαλίσει. Ή μην πλησιάζεις καθόλου τους δημοτικούς Άρχοντες, ή, όταν τους πλησιάσεις, πέσ’ τους ως συνδημότης τους αυτό, που είναι ωφέλιμο να ακούσουν. Ο Μπάμπης Παπαδόπουλος πιστεύω πως ξέρει ν’ ακούει θεωρώντας ότι το καθήκον είναι δύναμη, που ξυπνάει μαζί του το πρωί κι αναπαύεται μαζί του τη νύχτα. Είναι η σκιά, που προσκολλάται σ’ αυτόν και τον ακολουθεί, όπου κι αν πάει. Τον αφήνει τότε μόνο, όταν, δίνοντας, δένεται μαζί μας!
Πίσω από τη μορφή τού Μπάμπη Παπαδόπουλου, διακρίνει κανείς έναν άνθρωπο με δύναμη θέλησης, όραμα, γνώση των δημοτικών προβλημάτων, έμπνευση, διοικητική και διαχειριστική ικανότητα, ρεαλισμό στη σύλληψη και το σχεδιασμό των προτεραιοτήτων τού Δήμου και τόλμη. Μάλιστα η τόλμη και η σωφροσύνη του συμβαδίζουν με το χαρακτήρα του. Κατά τη γνώμη του, η σκληρότητα, η περιττή βία, η ανυπομονησία, η βιασύνη, η κωλυσιεργία, είναι οι μεγάλοι σκόπελοι της δημόσιας ζωής. Γι αυτό, κινείται αργά, μεθοδικά, υπεύθυνα, χωρίς μεγάλα άλματα, αλλά με τη σοφία τής πραγματικότητας. Στη φαντασία του, όλες οι προσπάθειες παίρνουν διαστάσεις, οι αριθμοί πολλαπλασιάζονται, τα όνειρα γίνονται πραγματικότητα. «Θα παραστούμε μάρτυρες της αναγέννησης του Δήμου μας», τον άκουσα, κάποτε, να επισημαίνει με ακλόνητη πίστη στο μέλλον τού Δήμου.
Σήμερα, του αφιερώνω, από την «Εαρινή Συμφωνία» τού Γιάννη Ρίτσου, τους παρακάτω στίχους: «Πάμε στα χωράφια να φορέσουμε στα δάχτυλά μας τον ήλιο και την καινούργια χλόη», και του εύχομαι να φέρει και πάλι ως νέος Δήμαρχος Σοφάδων τη ζεστή, χρυσή μεσημβρία και την ελπίδα στη ζωή των συνδημοτών του, τεντώνοντας τα τόξα τής δύναμης μέσα στην καρδιά τους.
Θωμάς Στραβέλης
συγγραφέας – πανεπιστημιακός