Μοχ. Νταράουσε στο KarditsaLive.Net: "Η παραγωγή ποιοτικού βαμβακιού από ισχυρές ομάδες παραγωγών το μυστικό της επιτυχίας στις διεθνείς αγορές" Κύριο
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Κατηγορία Αγροτικά
- Εκτύπωση
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η βαμβακοκαλλιέργεια στη χώρα μας, αλλά και τις κατευθύνσεις που θα πρέπει να ακολουθήσουν παραγωγοί και εκκοκκιστικές επιχειρήσεις για την ανάκαμψη του ελληνικού βαμβακιού στις διεθνείς αγορές, επισημαίνει σε συνέντευξή του στο KarditsaLive.Net ο Προϊστάμενος του Εθνικού Κέντρου Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος Δρ. Μοχάμεντ Νταράουσε.
Ο έμπειρος και διεθνούς φήμης επιστήμονας - ερευνητής, υπογραμμίζει με κατηγορηματικό τρόπο πως αν δεν αλλάξουμε ριζικά το ξεπερασμένο πια σύστημα καλλιέργειας και διαχείρισης του προϊόντος στη χώρα μας, τότε θα επέλθει η πλήρης απαξίωσή του, με ότι αυτό συνεπάγεται για το εισόδημα και το μέλλον χιλιάδων αγροτών και επιχειρήσεων.
Αφετηρία για την ανατροπή του σημερινού διαστρεβλωμένου συστήματος, ο κ. Νταράουσε θεωρεί ότι μπορούν να αποτελέσουν οι καλά οργανωμένες ομάδες βαμβακοπαραγωγών που ήδη άρχισαν να συστήνονται τα τελευταία χρόνια και στην Θεσσαλία.
Όμως – όπως τονίζει - για να υπάρξει ουσιαστικό αποτέλεσμα σε σύντομο χρόνο είναι ανάγκη αυτές οι ομάδες να υποστηριχθούν δυναμικά από όλους τους φορείς, από την κεντρική διοίκηση και οι αγρότες που τις απαρτίζουν να ενημερωθούν λεπτομερώς για τις διεθνείς εξελίξεις και τα νέα μοντέλα διαχείρισης της καλλιέργειας του βαμβακιού και προώθησής του τελικού προϊόντος στις αγορές.
Αναλυτικά η συνέντευξη έχει ως εξής:
- Ποια είναι η άποψή σας για την σύνδεση της τιμής με την ποιότητα στο σύσπορο που ζητάνε οι αγρότες;
Είναι ένα πολύ σύνθετο θέμα! Το σύσπορο βαμβάκι δεν αποτελεί πρώτη ύλη αλλά το εκκοκκισμένο, το οποίο είναι χρηματιστηριακό προϊόν και η τιμή που ανακοινώνεται είναι για συγκεκριμένο κυτίο, ή ποιότητα. Η ενδεικτική αυτή τιμή αυτή μπορεί να κυμαίνεται προς τα πάνω, ή προς τα κάτω, ανάλογα με την ποιότητα. Πέρα από την χρηματιστηριακή τιμή, παίζει ρόλο και η ισοτιμία του Δολαρίου με το Ευρώ. Τα δυο αυτά στοιχεία επηρεάζονται από πολλά άλλα πράγματα, όπως η ζήτηση και η προσφορά, η πολιτική που εφαρμόζουν χώρες οι οποίες παίζουν κρίσιμο ρόλο στην παγκόσμια αγορά, (π.χ. Κίνα μεγάλος καταναλωτής και ΗΠΑ μεγάλος παραγωγός). Επίσης, τα τελευταία χρόνια το χρηματιστήριο δεν λειτουργεί με ξεκάθαρους κανόνες για το βαμβάκι, καθώς συμμετέχουν αρκετοί που δεν έχουν σχέση με το προϊόν.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να προσαρμόζουμε την τιμή του σύσπορου με την ποιότητα. Δεν υπάρχει ακριβές και εφικτό πρακτικό σύστημα μέτρησης της ποιότητας στο σύσπορο. Συνεπώς, θα πρέπει να γίνει συμφωνία μεταξύ παραγωγών και επιχειρήσεων για τα κριτήρια της ποιότητας που θα καθορίζουν την τιμή. Αυτά μπορεί να είναι η υγρασία, οι ξένες ύλες, η εμφάνιση του χρώματος με προσέγγιση και η απόδοση σε ίνα, ή ακόμα η ποικιλία.
Το θέμα αυτό μελετάται από την Ομάδα Εργασίας Βάμβακος του ΥΠΑΑΤ και αναμένεται να κατατεθούν προτάσεις από όλα τα μέλη που συμμετέχουν. Πρέπει να ξεκινήσουμε με ένα εφικτό, απλό σύστημα, να υπάρχει συμφωνία για τα κριτήρια και για τον τρόπο καθορισμού τους και κυρίως όλα αυτά να γίνουν αποδεκτά από τους παραγωγούς και τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις.
Το σίγουρο είναι ότι θα πρέπει να αμείβεται ο επιμελής παραγωγός που παράγει ποιοτικό προϊόν, το οποίο έχει μεγαλύτερο κόστος. Διαφορετικά δεν είναι δυνατόν να παραχθεί ποιοτικό προϊόν, διότι δεν υπάρχει ουσιαστικό κίνητρο για τον παραγωγό. Αυτό το σοβαρό έλλειμμα οδήγησε δυστυχώς στην σταδιακή υποβάθμιση της ποιότητας του ελληνικού βαμβακιού.
Υπάρχουν βέβαια και άλλα ζητήματα που περιορίζουν τη δυνατότητα συνεννόησης για να βρεθεί μια συμφωνία για τη σύνδεση της τιμής με την ποιότητα… Τα σημαντικότερα είναι η έλλειψη σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ παραγωγών και επιχειρήσεων, η έλλειψη ενημέρωσης των παραγωγών για θέματα ποιότητας και αγοράς και γενικά η έλλειψη οργάνωσης στο τομέα, κυρίως σε ότι αφορά στους παραγωγούς.
Σήμερα έχει προκύψει το θέμα της προπώλησης, μέσω της οποίας ο παραγωγός μπορεί να διεκδικήσει μια καλύτερη τιμή, όταν ανεβαίνει η τιμή στο χρηματιστήριο. Ορισμένες επιχειρήσεις το έχουν ξεκινήσει και αυτό αποτελεί ένα θετικό βήμα και για τους παραγωγούς. Θεωρώ ότι είναι αναγκαίο να ενημερωθούν οι παραγωγοί για την προοπτική αυτή και ίσως να χρειάζονται ασφαλιστικές δικλίδες στα συμβόλαια που υπογράφουν. Κατά τη δική μου άποψη ένα εύκολο κριτήριο για την σύνδεση τιμής και ποιότητας μπορεί να είναι η ποικιλία, εφόσον γνωρίζουμε τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά και την απόδοσή της σε ίνα.
Ο αντικειμενικός και αναγνωρισμένος διεθνώς τρόπος μέτρησης της ποιότητας με σκοπό τη σύνδεσή της με την τιμή, εφαρμόζεται στο εκκοκκισμένο βαμβάκι ως πρώτη ύλη. Όμως, η εφαρμογή τέτοιου συστήματος μπορεί να γίνει μόνο για τις ομάδες παραγωγών, διότι μπορούν να παράγουν μετρήσιμη ποσότητα σύσπορου, η οποία μπορεί να εκκοκκιστεί χωριστά. Στη συνέχεια, εύκολα μπορεί να μετρηθεί όλο το φάσμα της ποιότητας στα παραγόμενα δέματα, αλλά και την απόδοση σε ίνα. Πράγματι, αυτό το σύστημα μπορεί να αποτελέσει βάση συζήτησης και συμφωνίας, μεταξύ ομάδων παραγωγών και επιχειρήσεων, αλλά δεν είναι εφικτή η εφαρμογή του για μεμονωμένους παραγωγούς. Μπορούμε να ξεκινήσουμε αρχικά με ένα τέτοιο σύστημα για τις ομάδες παραγωγών, το οποίο μπορεί να αποτελέσει και ένα πρόσθετο κίνητρο για να κατευθύνουμε τους μεμονωμένους παραγωγούς να ενταχθούν σε συλλογικά σχήματα, που κατά την άποψή μου είναι η μελλοντική προοπτική για να στηρίξουμε την καλλιέργεια.
- Σε ποια επίπεδα βρίσκεται η ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού σήμερα και πως μπορεί να βελτιωθεί, έτσι ώστε να παραχθεί υπεραξία προς όφελος των παραγωγών και των επιχειρήσεων;
Όπως είπα, η ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού έχει υποβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια. Οι λόγοι και οι ελλείψεις είναι πολλές στην οργάνωση, στο σχεδιασμό, στις σχέσεις εμπιστοσύνης, στο συνεργατισμό, στην ενημέρωση των παραγωγών για θέματα ποιότητας και αγορών και στο σχεδιασμό. Νομίζω ότι όλοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι η βελτίωση της ποιότητας του ελληνικού βαμβακιού είναι μονόδρομος για τη στήριξη της βιωσιμότητας της καλλιέργειας. Διαφορετικά δεν μπορούμε να βρούμε νέες αγορές, που έχουν άλλες απαιτήσεις στην ποιότητα την οποία δεν διαθέτουμε σήμερα. Η αναγκαιότητα αυτή έχει τη σημασία της διότι δεν πρέπει να είμαστε εξαρτημένοι από μια αγορά όπως π.χ. της Τουρκίας που αρχίζει να περιορίζεται και δεν γνωρίζουμε πως μπορεί να εξελιχθεί στο μέλλον. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για εναλλακτικές αγορές. Έχουν γίνει θετικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση και στην κοινή αυτή προσπάθεια έχει συμβάλλει τα μέγιστα το Εθνικό Κέντρο Βάμβακος. Για να βελτιωθεί η ποιότητα θα πρέπει να ξεπεραστούν όλες οι παραπάνω ελλείψεις και αδυναμίες.
- Το Εθνικό Κέντρο Βάμβακος εκτελεί ερευνητικά έργα για την ποιότητα του προϊόντος με χρηματοδότηση της ΔΟΒ. Τι αναμένετε να προκύψει από αυτά προς όφελος των παραγωγών;
Τα έργα αυτά αποτελούν σημαντικά εργαλεία για την αναβάθμιση της ποιότητας του ελληνικού βαμβακιού και θα συνεχιστούν για άλλα τρία χρόνια τουλάχιστον, με τις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί από το ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ και τη ΔΟΒ. Για πρώτη φορά διαθέτει η χώρα ένα επίσημο πληροφοριακό σύστημα για την εξέλιξη της ποιότητας του ελληνικού βαμβακιού και για τις καλλιεργούμενες ποικιλίες. Τα στοιχεία μπορούν να αξιοποιηθούν από τους παραγωγούς, τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις, τους κλωστοϋφαντουργούς, τις εταιρίες σποροπαραγωγής και το ΥΠΠΑΤ για καλύτερο σχεδιασμό στο μέλλον. Κάθε χρόνο γίνονται εκδηλώνεις για τα αποτελέσματα σε διαφορετικές περιφέρειες και πόλεις με πρωτοβουλία της ΔΟΒ και υποστήριξη του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ στο οποίο ανήκει το Εθνικό Κέντρο Βάμβακος. Από τα έργα αυτά πρώτη φορά ο παραγωγός έχει στη διάθεσή του επίσημα αποτελέσματα για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και την απόδοση σε ίνα των ποικιλιών, επομένως έχει τη δυνατότητα να επιλέξει την κατάλληλη ποικιλία για να παράξει ένα ποιοτικό προϊόν με καλή απόδοση σε ίνα.
- Οι παραγωγοί έχουν θέσει θέμα πολύ υψηλού κόστους παραγωγής του προϊόντος. Εσείς τι πιστεύετε για το θέμα αυτό;
Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα έχει πολύ υψηλό κόστος παραγωγής και ίσως να είμαστε η πρώτη χώρα στον κόσμο. Έχουμε μικρό κλήρο και πολυτεμαχισμό. Αυτό σε συνδυασμό με την έλλειψη συλλογικών σχημάτων, πιστεύω είναι ο πρώτος παράγοντας που ανεβάζει το κόστος. Γενικά δεν έχουμε σωστή διαχείριση της καλλιέργειας. Υπάρχει σπατάλη κυρίως στο νερό που ανεβάζει το κόστος παραγωγής διότι οδηγεί στη χρήση πρόσθετων αγροχημικών προϊόντων. Τα πρώτα 100 κιλά στο βαμβάκι έχουν ελάχιστο κόστος και η αύξηση της παραγωγής πάνω από ένα όριο, αυξάνει το κόστος γεωμετρικά! Πρέπει να στοχεύουμε σε μια οικονομική παραγωγή που δεν είναι κατά ανάγκη των μεγάλων αποδόσεων. Στοχεύουμε λάθος στη μεγάλη παραγωγή η οποία απαιτεί μεγάλο βιολογικό κύκλο που έχει πρόσθετο κόστος. Επίσης, στη χώρα μας δεν εφαρμόζουμε συγκεκριμένες τεχνικές στη διαχείριση της καλλιέργειας, που αφορούν τη χρήση της νέας τεχνολογίας και των νέων περιβαλλοντικών συστημάτων. Όλα γίνονται στο περίπου, δεν έχουμε αλλάξει κάτι σημαντικό στο σύστημα καλλιέργειας από την εποχή των μεγάλων επιδοτήσεων. Πιστεύω ότι όλα αυτά έχουν άμεση σχέση με την ενημέρωση και τον τρόπο οργάνωσης. Έχουμε ένα στάσιμο μοντέλο στην παραγωγική διαδικασία και δυστυχώς ακόμη δεν έχουμε προχωρήσει στην υιοθέτηση νέων τάσεων.
- Έχουν ήδη δημιουργηθεί ομάδες παραγωγών στην Ελλάδα. Μπορεί αυτό να αποτελέσει την μελλοντική προοπτική ανάταξης της βαμβακοκαλλιέργειας στον τόπο μας που τα τελευταία χρόνια έχει περιέλθει σε μια οριακή κατάσταση;
Κατά την δική μου άποψη, χωρίς συλλογικά σχήματα δεν μπορούμε να μειώσουμε το κόστος παραγωγής, να σχεδιάσουμε κατάλληλα, να παράξουμε ποιοτικό προϊόν με μετρήσιμες ποσότητες για την αγορά, να υπάρξει αποτελεσματική τεχνική υποστήριξη και εκπαίδευση στους παραγωγούς στον κατάλληλο χρόνο, αλλά ούτε μπορούμε να εφαρμόσουμε αποτελεσματικά και με χαμηλό κόστος, τη γεωργία ακριβείας που προτείνεται σήμερα στη διαχείριση της καλλιέργειας. Τα συλλογικά σχήματα θα πρέπει να αποτελέσουν την αφετηρία για την επίλυση των σημερινών προβλημάτων. Χωρίς αυτά οι δυνατότητες να βελτιώσουμε την ποιότητα και την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος είναι πολύ περιορισμένες. Οι ομάδες παραγωγών ωστόσο, ξεκίνησαν πρόσφατα να συστήνονται και να λειτουργούν στην Ελλάδα και ακόμα δεν υπάρχει επαρκής εμπειρία στην οργάνωση και στη στόχευση ενός τέτοιου σχήματος διαχείρισης, γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν διάφορα προβλήματα. Πρώτη προτεραιότητα επομένως για τον τομέα βάμβακος θα πρέπει να είναι η στήριξη και ανάπτυξη της συνεργατικότητας των αγροτών μας, με παράλληλη λεπτομερή ενημέρωσή τους για τις διεθνείς εξελίξεις, για τα νέα μοντέλα παραγωγής και μεταποίησης, για τις ανάγκες των αγορών και για τις ποιοτικές διάφορες του προϊόντος.